- ἁγιασμός
- ἁγιασμόςconsecrationmasc nom sg
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
αγιασμός — Σύμφωνα με τη λειτουργική της Ορθόδοξης Εκκλησίας α. λέγεται η ευλογία των νερών με ευχές και σταυρικές επισφραγίσεις και ο εξαγνισμός, στη συνέχεια, του πιστού με ραντισμό. 1. Μέγας α. Τελείται την παραμονή και ανήμερα των Θεοφανείων για να… … Dictionary of Greek
αγιασμός — ο 1. η τελετή για την καθαγίαση του νερού από τον ιερέα: Όλοι γύρω σοβαροί παρακολουθούσαν τον αγιασμό. 2. το αγιασμένο νερό: Είχε μαζί της και μια κούπα για να πάρει αγιασμό … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
άγριος αγιασμός — Κοινή ονομασία των φυτών μέντα η μακρόφυλλος και μέντα η πρασίνη (βλ. λ. μέντα, δυόσμος) … Dictionary of Greek
ἁγιασμοῖς — ἁγιασμός consecration masc dat pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁγιασμοῦ — ἁγιασμός consecration masc gen sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁγιασμούς — ἁγιασμός consecration masc acc pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁγιασμῶν — ἁγιασμός consecration masc gen pl … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁγιασμῷ — ἁγιασμός consecration masc dat sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
ἁγιασμόν — ἁγιασμός consecration masc acc sg … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Θεοφάνια ή Επιφάνια — Μία από τις μεγάλες γιορτές της χριστιανικής Εκκλησίας που τελείται στις 6 Ιανουαρίου. Η γιορτή αυτή καθιερώθηκε για πρώτη φορά τον 2o αι. στην Αίγυπτο, όπως μας πληροφορεί ο Κλήμης ο Αλεξανδρεύς, όπου μερικοί Γνωστικοί χριστιανοί γιόρταζαν στις… … Dictionary of Greek